Η καταγραφή των δασικών πυρκαγιών που έλαβαν χώρα στην ελληνική επικράτεια κατά τη δεκαετία 2015–2024 καταδεικνύει μία διαρκώς επιδεινούμενη εικόνα, η οποία χρήζει άμεσης και θεσμικά οργανωμένης αντιμετώπισης. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ευρωπαϊκού συστήματος πληροφόρησης για τις δασικές πυρκαγιές (effis), καθώς και με αναλύσεις του εξειδικευμένου στατιστικού φορέα statistico, η συνολική καμένη δασική και χορτολιβαδική έκταση στην Ελλάδα για την εξεταζόμενη περίοδο ανέρχεται σε πλέον των 4,7 εκατομμυρίων στρεμμάτων.
Πιο αναλυτικά, για τα έτη 2015 έως 2023, η καταγεγραμμένη καμένη έκταση ανέρχεται σε 429.046 εκτάρια, ήτοι 4.290.460 στρέμματα. Στην παραπάνω επιβάρυνση προστίθεται η έκταση που επλήγη εντός του 2024, η οποία, βάσει προσωρινών εκτιμήσεων, κυμαίνεται μεταξύ 41.900 και 45.000 εκταρίων (ή περίπου 450.000 στρεμμάτων), ανεβάζοντας το συνολικό σύνολο σε επίπεδα που ξεπερνούν τα 4,7 εκατομμύρια στρέμματα.
Σημείο καμπής το έτος 2023.
Το έτος 2023 καταγράφεται ως το πλέον επιβαρυμένο, με συνολικά 174.773 εκτάρια καμένης έκτασης, καθιστώντας το το πιο καταστροφικό της δεκαετίας. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι η πυρκαγιά στην περιοχή του Έβρου καταγράφηκε ως η μεγαλύτερη δασική πυρκαγιά στην ιστορία της ευρωπαϊκής ένωσης, τόσο σε διάρκεια όσο και σε έκταση, γεγονός που προκάλεσε εκτεταμένες επιπτώσεις στην οικολογική ισορροπία της περιοχής και την τοπική οικονομία.
Αντίστοιχα, το έτος 2021 χαρακτηρίστηκε από μεγάλες και παρατεταμένες πυρκαγιές σε κρίσιμες γεωγραφικές ζώνες, όπως η βόρεια Εύβοια, η Αττική και περιοχές της Πελοποννήσου, με συνέπεια την απώλεια πλέον του 1,3 εκατομμυρίου στρεμμάτων φυσικής βλάστησης.
Διαρθρωτικά αίτια και κλιματικές επιβαρύνσεις.
Η ένταση και η συχνότητα των δασικών πυρκαγιών αποδίδονται σε συνδυασμό παραγόντων, με κυριότερους την κλιματική κρίση, τις ακραίες θερμοκρασιακές συνθήκες, τη μακροχρόνια ξηρασία, καθώς και τις διαχρονικές θεσμικές αδυναμίες στον τομέα της πρόληψης και διαχείρισης φυσικών καταστροφών.
Η επανειλημμένη ενεργοποίηση του μηχανισμού καταστολής πυρκαγιών, χωρίς την ανάλογη ενίσχυση των προληπτικών και διαχειριστικών δομών, αποτυπώνει την ανάγκη για στροφή σε ένα ολοκληρωμένο και επιστημονικά τεκμηριωμένο μοντέλο διαχείρισης του φυσικού κινδύνου.
Επιτακτική ανάγκη χάραξης εθνικής στρατηγικής.
Οι συνέπειες των δασικών πυρκαγιών δεν περιορίζονται στην άμεση οικολογική καταστροφή. Αντιθέτως, επιδρούν σωρευτικά στην απώλεια βιοποικιλότητας, στην υποβάθμιση της ποιότητας του εδάφους, στην επιτάχυνση πλημμυρικών φαινομένων, αλλά και στην απορρύθμιση τοπικών κοινωνιών και οικονομιών.
Η προστασία του δασικού πλούτου της χώρας προϋποθέτει τη διαμόρφωση μιας συνεκτικής εθνικής στρατηγικής πρόληψης, βασισμένης σε επιστημονική τεκμηρίωση, ενίσχυση των θεσμικών υποδομών, διαλειτουργικότητα αρμοδίων φορέων, καθώς και σε εκστρατείες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των πολιτών.
Η συγκυρία απαιτεί όχι απλώς τη διαχείριση της επόμενης κρίσης, αλλά τον σχεδιασμό ενός ανθεκτικού πλαισίου μακροπρόθεσμης προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος, ώστε η Ελλάδα να πάψει να πρωταγωνιστεί στους δείκτες καταστροφής και να μετατραπεί σε παράδειγμα βιώσιμης περιβαλλοντικής διακυβέρνησης.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου